Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε στο χωριό μια γριούλα.Ήταν πολύ-πολύ μεγάλη, ίσως εκατό χρονών, κοντή σκυφτή και τυλιγμένη πάντοτε στα μαύρα της ρούχα.Όλο το χρόνο δούλευε ακούραστα στο περιβόλι της και είχε απ'όλα τα καλά.Ζούσε σ' ένα όμορφο σπιτάκι, έχοντας συντροφιά της μια μικροσκοπική κοτούλα, μ' ένα στραβό λειρί σαν κοκοράκι.Αυτή η παράξενη κοτούλα δεν έκανε κανένα αβγό για έντεκα ολόκληρους μήνες, όμως όλο το μήνα πριν τη Μεγαλοβδομάδα γεννούσε κάθε μέρα κι από ένα μικρούλι, μακρόστενο αβγουλάκι, που ήταν- ξέρετε τι;-ολοκόκκινο.Μάλιστα ολοκόκκινο, σαν βαμμένο.Όλοι στο χωριό παραξενεύονταν, μα κανείς δεν μπορούσε να εξηγήσει το φαινόμενο.Κι όταν ρωτούσαν τη γιαγιά πώς γινόταν άραγε αυτό το θαύμα, εκείνη έλεγε:<<Α, μη τα ρωτάτε αυτά τα πράγματα.Γίνονται, γίνονται-ξέρω κι εγώ;>>Και μάζευε τα αβγά, τα έβραζε να σφίξουν, και τα μοίραζε στον κόσμο να τα τσουγκρίσουν μετά την Ανάσταση.
Απόσπασμα από την παιδική ιστορία:"Η κότα με τα κόκκινα αβγά" του Κυριάκου Χ.Αθανασιάδη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου